Αρχεία Ιστολογίου

Επανάσταση στην Γερμανία!

Η Νοεμβριανή Επανάσταση στην Γερμανία του 1918

________________________________________________________________________________

Berlin-ASRΗ Νοεμβριανή Επανάσταση, 1918/1919 υπήρξε συνέπεια της στρατιωτικής ήττας της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, και έναυσμά της υπήρξε η ναυτική εξέγερση στις αρχές Νοεμβρίου 1918. Μέσα σε λίγες ημέρες μόνον η εξέγερση διαδόθηκε σε όλη την αυτοκρατορία  χωρίς να συναντήσει αντίσταση από την παλαιά τάξη πραγμάτων. Εξελισσόμενη έγινε ένα μαζικό κίνημα κατά του μοναρχικού συστήματος, καθώς η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι ενώθηκαν με τον στρατό. Σ’ ολόκληρη την χώρα συγκροτήθηκαν Συμβούλια Εργατών και Στρατιωτών (Arbeiter- Soldatenräte, ASR)που ανέλαβαν πολιτικές και στρατιωτικές εξουσίες. Τα δύο σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, που είχαν προκύψει από την διάσπαση του 1917, το Πλειοψηφικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (MSPD) και το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (USPD), τέθηκαν επικεφαλής της επανάστασης. Μαζί με τα Συμβούλια, αναδείχθηκαν σε κύριους πολιτικούς παίκτες της Νοεμβριανής Επανάστασης. Στα περισσότερα Συμβούλια την πλειοψηφία είχε το MSPD.

Kaiser-Wilhelm-IIΑυτοκράτορας
Γουλιέλμος Β΄

max_von_badenΜαξιμιλιανός πρίγκιπας
της Βάδης, Καγκελάριος του Ράιχ

ebertΦρίντριχ Έμπερτ, πρόεδρος MSPD, Καγκελάριος που διαδέχτηκε τον Μαξιμιλιανό. Ταυτοχρόνως υπήρξε συμπρόεδρος του Συμβουλίου των Αντιπροσώπων του Λαού

HaaseΧούγκο Χάαζε,
ηγέτης του USPD, συμπρόεδρος του Συμβουλίου των Αντιπροσώπων του Λαού

       

Στις 9 Νοεμβρίου 1918, ο αυτοκρατορικός καγκελάριος πρίγκιπας Μαξιμιλιανός της Βάδης (Maximilian von Baden) (1867-1929), ανακοίνωσε ότι ο Αυτοκράτορας αποκήρυξε τον θρόνο του. Ο πρίγκιπας Μαξ παρέδωσε το αξίωμα του Καγκελαρίου του Ράιχ στον Φρίντριχ Έμπερτ (Friedrich Ebert (1871-1925), πρόεδρο του MSPD. Την ίδια ημέρα, ο Φίλιπ Σάιντεμαν (Philipp Scheidemann) (MSPD, 1865-1939) ανακήρυξε την αβασίλευτη πολιτεία από ένα παράθυρο του κτιρίου του Ράιχσταγ (Reichstag). Μερικές ώρες αργότερα, ο Καρλ Λίμπκνεχτ (Karl Liebknecht) (USPD, 1871-1919) ανακήρυξε την «Ελεύθερη Σοσιαλιστική Πολιτεία». Αυτή η διπλή ανακήρυξη αβασίλευτου αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος αντανακλούσε την σύγκρουση που υπέφωσκε στην επανάσταση.

 Scheidemann  reichstag_9-11-18  liebknecht1

Φίλιπ Σάιντεμαν

Συγκέντρωση εμπρός από το Ράιχσταγ, 9-11-1918

Καρλ Λίμπκνεχτ

Ενώ το MSPD επιθυμούσε την σύγκληση μιας συνταγματικής εθνοσυνέλευσης χωρίς καμιά καθυστέρηση, το USPD προωθούσε την γοργή υλοποίηση των σοσιαλιστικών ιδανικών με ένα σύστημα συμβουλίων που θα έμοιαζε με τα σοβιέτ, τις ρωσικές επιτροπές του 1917. Το MSPD επιθυμούσε τα θεμελιώδη ζητήματα συνταγματικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένου του οικονομικού συστήματος, να αποφασιστούν από μια δημοκρατικά εκλεγμένη Εθνοσυνέλευση. Στην προοπτική των πολυάριθμων προκλήσεων που εγείρονταν με αφορμή την ήττα στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, όπως ο επαναπατρισμός μερικών εκατομμυρίων στρατιωτών και η τροφοδοσία της αγοράς με τρόφιμα, και υπό την απειλή να οδηγηθεί η χώρα σε εμφύλιο πόλεμο, το MSPD επέλεξε να συνεργαστεί με ισχυρούς πολιτικούς παράγοντες της αυτοκρατορίας. Πάντως, μεταξύ των αξιωματικών, των δικαστών και των υπαλλήλων της δημόσιας διοίκησης δεν υπήρξε ισχυρή αίσθηση στήριξης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της αβασίλευτης πολιτείας. Αυτή η έλλειψη δημοκρατικού φρονήματος θα βάρυνε πολύ στην τύχη της νέας Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

1919

Ο Γκρένερ έπεισε τον Κάιζερ Γουλιέλμο να παραιτηθεί, και πρωτοστάτησε στην συμμαχία με το MSPD του Έμπερτ, για να διασφαλιστεί ότι δεν θα άλλαζε το οικονομικο-κοινωνικό σύστημα στην Γερμανία, όπως άλλωστε είχε ζητήσει και ο Γουλιέλμος στο μήνυμα για την παραίτησή τους από τον θρόνο..

Ο Γκρένερ έπεισε τον Κάιζερ Γουλιέλμο να παραιτηθεί, και πρωτοστάτησε στην συμμαχία με το MSPD του Έμπερτ, για να διασφαλιστεί ότι δεν θα άλλαζε το οικονομικο-κοινωνικό σύστημα στην Γερμανία, όπως άλλωστε είχε ζητήσει και ο Γουλιέλμος στο μήνυμα για την παραίτησή του από τον θρόνο..

Πάντως, στις 9 Νοεμβρίου 1918, σχηματίστηκε ένα πανεθνικό «Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Λαού» και την επόμενη ημέρα επικυρώθηκε ως προσωρινή κυβέρνηση από την Γενική Συνέλευση των Εργατών του Βερολίνου και τα Συμβούλια των Στρατιωτών. Το εξαμελές Συμβούλιο περιλάμβανε 3 αντιπροσώπους του MSPD και 3 του USPD. Είχε 2 συμπροέδρους: τον Φρίντριχ Έμπερτ (MSPD) και τον Χούγκο Χάαζε (Hugo Haase) (USPD, 1863-1919). Ρόλο-κλειδί στην επανάσταση έπαιξε ο Έμπερτ με τα δύο αξιώματά του, του Καγκελαρίου του Ράιχ και του συμπροέδρου του Συμβουλίου των Αντιπροσώπων του Λαού. Με συμφωνία που συνήφθη στις 10 Νοεμβρίου  1919 με τον στρατηγό Βίλχελμ Γκρένερ (Wilhelm Groener) (1867-1939), επικεφαλής του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου (Σύμφωνο Έμπερτ-Γκρένερ), εξασφάλισε την υποστήριξη των αξιωματικών. Μεταξύ των νόμων που έφερε  προς ψήφιση το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Λαού ήταν η εισαγωγή του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες στις 12 Νοεμβρίου 1918.  Το  Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Λαού αποφάσισε οι εκλογές να γίνουν στις 19 Νοεμβρίου 1919.

Στις 28 Δεκεμβρίου 1918, η συμμαχία μεταξύ MSPD και USPD στην προσωρινή κυβέρνηση κατέρρευσε, όταν το USPD αποσύρθηκε από το Συμβούλιο των Αντιπροσώπων του Λαού, λόγω διαφωνιών για την στρατιωτική εμπλοκή στην καταστολή εργατικών κινητοποιήσεων. Η σύγκρουση για την μελλοντική πορεία της επανάστασης κλιμακώθηκε στην Εξέγερση των Σπαρτακιστών του Ιανουαρίου 1919, όταν στρατεύματα της κυβέρνησης του MSPD κατέστειλαν τις εξεγέρσεις που καθοδηγούνταν από σοσιαλδημοκράτες του USPD και κομμουνιστές του KPD, με την βοήθεια των δεξιών ενόπλων του Φράικορπς (Freikorps). Στις 15 και 16 Ιανουαρίου 1919, μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης Φράικορπς δολοφόνησαν του ηγέτες του KPD Ρόζα Λούξεμπουργκ (Rosa Luxemburg) (1871-1919) και Καρλ Λίμπκνεχτ (Karl Liebknecht) (1871-1919).

H Berliner Lokal-Anzeiger, 16 Ιανουαρίου 1919 ανακοινώνει στην πρώτη σελίδα της τον θάνατο της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Kαρλ Λίμπκνεχτ.

H Berliner Lokal-Anzeiger, 16 Ιανουαρίου 1919 ανακοινώνει στην πρώτη σελίδα της τον θάνατο της Ρόζας Λούξεμπουργκ και του Kαρλ Λίμπκνεχτ.

Μέλη του Φράικορπς ήσαν απόστρατοι του Α΄Παγκόσμιου πολέμου. Είχαν τάξει σκοπό τους την καταπολέμηση του μπολσεβικισμού. Πολέμησαν εξεγερμένους πολίτες από το Βερολίνο ως την Πολωνία. Εδώ η ναυτική  ταξιαρχία Ehrhardt καταλαμβάνει την διοικητική περιφέρεια του Βερολίνου κατά το πραξικόπημα Κάπ (1920).

Μέλη του Φράικορπς ήσαν απόστρατοι του Α΄Παγκόσμιου πολέμου. Είχαν τάξει σκοπό τους την καταπολέμηση του μπολσεβικισμού. Πολέμησαν εξεγερμένους πολίτες από το Βερολίνο ως την Πολωνία. Εδώ η ναυτική ταξιαρχία Ehrhardt καταλαμβάνει την διοικητική περιφέρεια του Βερολίνου κατά το πραξικόπημα Κάπ (1920).

Οι εκλογές της 19ης Ιανουαρίου 1919 για την Εθνοσυνέλευση σημάδεψαν την οριστική στροφή της επανάσταση προς την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, μολονότι στους επόμενους μήνες σημειώθηκαν σκληρές συγκρούσεις με την ριζοσπαστική Αριστερά, τοπικές εξεγέρσεις και ακήρυχτες απεργίες.

Το MSPD βγήκε από τις εκλογές της 19ης Ιανουαρίου ως το ισχυρότερο κόμμα στην Γερμανία. Στις 6 Φεβρουαρίου, η Εθνοσυνέλευση εγκαταστάθηκε στην Βαϊμάρη, και στις 11 Φεβρουαρίου εξέλεξε τον Φρίντριχ Έμπερτ Πρόεδρο του Ράιχ. Η πρώτη κυβέρνηση του Ράιχ που θα ήταν υπόλογη στο Κοινοβούλιο, η κυβέρνηση της Συμμαχίας της Βαϊμάρης όπου συμμετείχαν το Πλειοψηφικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (MSPD), το Κόμμα του Κέντρου και το Γερμανικό Δημοκρατικό Κόμμα (DDP), με πρωθυπουργό τον Φίλιπ Σάιντεμαν (MSPD), ανέλαβε τα καθήκοντά της στις 12 Φεβρουαρίου 1919. Τα περισσότερα Συμβούλια των Εργατών και Στρατιωτών αυτοδιαλύθηκαν ως το καλοκαίρι του 1919.

 

 

 

election_1919_1 election_1919_2 election_1919_3 election_1919_4

Πηγή: Reinhard Sturm, «Vom Kaiserreich zur Republik 1918/19», σε Bundeszentrale für politische Bildung (εκδ.), Informationen zur politischen Bildung (αρ. 261): Weimarer Republik. Bonn, 2003.

Για τα 150χρονα του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος

Σήμερα, στην Γερμανία εορτάζεται η επέτειος των 150 χρόνων από την ίδρυση του στην Λειψία (1863) από τον Φερδινάνδο Λασάλ, με το όνομα Allgemeiner Deutscher Arbeiterverein. Για την ακρίβεια πρόκειται για την παλαιότερη συνιστώσα (να, μια λέξη του συρμού στην Ελλάδα του 2013!).

Η πρώτη μείζων αλλαγή έγινε το 1875, όταν ενώθηκε με το Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα (Sozialdemokratischen Arbeiterpartei) των Αύγουστου Μπέμπελ και Γουλιέλμου Λίμπκνεχτ.Το όνομά του παγιώθηκε το 1890, όταν ήρθη ο Αντισοσιαλιστικός Νόμος του 1878.

Πολλές, πυκνές και σημαντικές αλλαγές συνέβησαν στην περίοδο του Α’ Παγκοσμίου πολέμου (1914-198): η γενική εξέλιξη έφερε το κόμμα από αρκετά ριζοσπαστικές και διεθνιστικές θέσεις σε μετριοπαθέστερες και πατριωτικότερες.

Μια οπωσδήποτε σημαντική αλλαγή επήλθε στο κόμμα με αφορμή τις εξελίξεις του Μεσοπολέμου: με αφορμή την επικράτηση των Μπολσεβίκων στην Ρωσία το 1917, πολλά αποχωρήσαντα ή διαγραφέντα μέλη σχημάτισαν αρχικά τους Σπαρτακιστές (Καρλ Λίμπκνεχτ, Ρόζα Λούξεμπουργκ,  κ.ά.), στην συνέχεια το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας (), και τέλος το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας. Από το 1918, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα αποτέλεσε δύναμη του πολιτικού συστήματος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, και έλαβε μέρος σε τρία κυβερνητικά σχήματα μεταξύ 1918 και 1930. Απαγορεύτηκε από τον Χίτλερ, όπως και άλλα κόμματα του δημοκρατικού φάσματος (δημοκρατικό ή συνταγματικό τόξο, όπως λέμε στην σημερινή Ελλάδα) ετέθη εκτός νόμου. Η ηγεσία του κατέφυγε στην αρχή στην Πράγα, ύστερα στο Παρίσι, και τέλος στο Λονδίνο. Από εκεί τάχθηκε υπέρ των συμμάχων στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και κατά της ναζιστικής Γερμανίας του Χίτλερ.

Μετά τον πόλεμο (1945) το κόμμα επανασυστάθηκε στην Ομοσπονδιακή Γερμανία / Δυτική Γερμανία. Τα μέλη του κόμματος στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας / Ανατολική Γερμανία, συναποτέλεσαν με τους κομμουνιστές το Σοσιαλιστικό Ενωτικό Κόμμα Γερμανίας.

Η τελευταία μείζων αλλαγή  του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της [Δυτικής] Γερμανίας, κάποιοι θα έκαναν λόγο για επανίδρυση. Το κόμμα άσκησε την διακυβέρνηση για δύο σχετικά μακρές περιόδους: από το 1969 ως το 1982 και από το 1998 ως το 2005.

— # —

Με αφορμή τα 150 χρόνια του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας ανέσυρα ένα δείγμα του Αντισοσιαλιστικού Νόμου του 1878, την αγόρευση ενός συντηρητικού βουλευτή και την απάντηση ενός σοσιαλιστή βουλευτή. Και τα τρία κείμενα προσφέρονται για ανίχνευση αναλογιών με πτυχές του προβληματισμού μας γύρω από ζητήματα της σύγχρονης εποχής, ιδίως τον αυταρχισμό, τον πολιτικό έλεγχο ή, όπως θα το έθετε κάποιος σε ορολογία της γενιάς του ’30, την αυταρχική δημοκρατία — αν κάτι τέτοιο δεν αποτελεί σχήμα οξύμωρον.

— # —

Ο Αντισοσιαλιστικός Νόμος του 1878 ήταν ίσως ο πιο σημαντικός κατασταλτικός νόμος από όλους όσους πρότεινε ο Μπίσμαρκ κατά την διάρκεια της θητείας του ως καγκελαρίου της Γερμανίας. Ο Μπίσμαρκ δεν έκρυψε ποτέ την αποστροφή του για τον σοσιαλισμό, και έκανε διάφορες απόπειρες να ανακόψει την αύξηση των δυνάμεων της Σοσιαλδημοκρατίας σ᾿όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1870 – παραδείγματος χάριν με τους περιορισμούς που επέβαλε στην ελευθεροτυπία και με την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα της Γερμανίας. Αλλά, οι αντίπαλοί του επέτυχαν να αντισταθούν αποτελεσματικά σ᾿όλα τα μέτρα που ελάμβανε εκείνος. Έτσι, ο αριθμός ψήφων υπέρ του υποψηφίων του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος για το Ράιχσταγ εξακολούθησε να αυξάνει. Τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1878 έγιναν δύο απόπειρες δολοφονίας του Κάιζερ Γουλιέλμου Α΄, με τον αυτοκράτορα να τραυματίζεται σοβαρά στην δεύτερη απόπειρα. Ο Μπίσμαρκ κατηγόρησε γι᾿αυτές το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), μολονότι διέθετε άλλες καλύτερες πληροφορίες. Αιφνιδιαστικά ανακοίνωσε εκλογές για το Ράιχσταγ και σύντομα, το καλοκαίρι του 1878. ανέλαβε σημαντικό ρόλο στην ενορχήστρωση μιας αντισοσιαλιστικής εκστρατείας. Οι νεοεκλεγέντες βουλευτές ήταν πιο συντηρητικοί από την προηγούμενη φορά, και ενέκριναν τον νόμο, αποσπάσματα του οποίου παρουσιάζονται παρακάτω, στις 21 Οκτωβρίου. Έθετε εκτός νόμου όλες τις σοσιαλδημοκρατικές ενώσεις, συγκεντρώσεις και εφημερίδες. Καθώς, όμως, δεν τέθηκε εκτός νόμου η κοινοβουλευτική ομάδα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο Ράιχσταγ, η προκήρυξη εκλογών έδωσε την ευκαιρία στο κόμμα να κρατεί ζωντανή την ενεργό δημόσια παρουσία του. Αυτή ενισχυόταν και από ένα ημιπαράνομο δίκτυο προπαγανδιστών, εντύπων και ομίλων αναψυχής που μυστικά διέδιδαν το σοσιαλιστικό μήνυμα.

Ωστόσο, ανάμεσα στο 1878 και την ακύρωση του νόμου στις 20 Σεπτεμβρίου 1890, περίπου 1.500 άνθρωποι καταδικάστηκαν συνολικά σε 800 χρόνια φυλάκισης. Αναμνήσεις από αυτήν την περίοδο καταστολής και κακουχιών αυτής της «ηρωικής εποχής», και συνέβαλαν στην καλλιέργεια έντονων αισθημάτων αλληλεγγύης και δέσμευσης. Η αντισοσιαλιστική εκστρατεία του Μπίσμαρκ υπήρξε ένας από τους χειρότερους πολιτικούς υπολογισμούς του.

περισσότερα —>

Εκλογές στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Η Οικονομική Κρίση του 1929 και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης καταστράφηκε από το Κραχ της Γουόλ Στριτ τον Οκτώβριο του 1929 και από την μεγάλη Οικονομική Κρίση που επακολούθησε. Το κραχ είχε καταστροφικό αποτέλεσμα στην οικονομία των ΗΠΑ, αλλά επειδή ακριβώς οι ΗΠΑ συνέβαλαν στην συγκρότηση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης με τεράστια δάνεια από το 1924 (Σχέδιο Dawes) και το 1929 (Σχέδιο Young), όσα συνέβησαν στην οικονομία των ΗΠΑ είχαν άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

Σύμφωνα με τα δύο σχέδια, αμερικανικό χρήμα έρευσε στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης, με στόχο να ενισχύσει την οικονομία της Γερμανίας που υφίστατο τις συνέπειες της ήττας της στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο – ειδικά μετά από τα φαινόμενα υπερ-πληθωρισμού το 1923. Μετά το κραχ στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, οι Αμερικανοί χρειάζονταν πίσω τα κεφάλαια που είχαν δανείσει στην Γερμανία, για να ενισχύσουν την αποσυντιθέμενη αμεριανική οικονομία.

Ο γερμανός πρωθυπουργός Στρέσεμαν πέθανε το 1929, αλλά ακόμη και λίγο πριν από τον θάνατό του παραδέχτηκε ότι η γερμανική οικονομία ήταν εξαιρετικά ευάλωτη, πολύ περισσότερο από όσο πολλοί θα ήθελαν να δεχτούν.

«Η οικονομική θέση μας είναι ανθηρή μόνον επιφανειακά. Στην πραγματικότητα η Γερμανία χορεύει στην κορυφή ενός ηφαιστείου. Αν ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός διακοπτόταν, τότε ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας μας θα κατέρρεε».

Μετά από το Κραχ στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, οι ΗΠΑ έδωσαν στην Γερμανία προθεσμία 90 ημερών για να αρχίσει να αποπληρώνει τα χρέη της. Καμιά άλλη δύναμη δεν είχε τη δυνατότητα να δώσει στην Γερμανία χρηματική ενίσχυση. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία βρίσκονταν σε φάση ανασυγκρότησης: η βιομηχανική και εξαγωγική οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου υπέστη πολύ σημαντικό χτύπημα από το χρηματοπιστωτικό Κραχ στην Νέα Υόρκη, και δεν πρέπει να ξεχνούμε την οικονομική αιμορραγία κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου· το μεγαλύτερο μέρος των υποδομών κάθε είδους ήταν ακόμη κατεστραμμένο στην Γαλλία, στο έδαφος της οποίας είχαν γίνει μερικές από τις μεγαλύτερες μάχες του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου. Η Ρωσία του Στάλιν βρισκόταν στην απελπιστική κατάσταση, όπου την είχαν οδηγήσει τα πλήγματα που δέχτηκε κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, την αστικοδημοκρατική και την σοσιαλιστική επανάσταση, τον εμφύλιο πόλεμο και την ξένη επέμβαση, και είχε ήδη αρχίσει την εφαρμογή των πενταετών σχεδίων οικονομικής ανασυγκρότησης. Γι’ αυτό, η πτωχοποιημένη Γερμανία της Βαϊμάρης μπορούσε να απευθυνθεί για βοήθεια αποκλειστικά και μόνον στις ΗΠΑ, αλλά στους τελευταίους μήνες του 1929 και αυτές οδηγήθηκαν πρακτικά σε χρεωκοπία, και γι’αυτό ήταν αδύνατον να δανείσουν στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης.

Εταιρίες σ’ όλη την Γερμανία – πρωτίστως βέβαια σε βιομηχανικές περιοχές, όπως η Ρουρ – χρεωκόπησαν, και ως αποτέλεσμα της χρεωκοπίας τους οι εργάτες βρέθηκαν κατά εκατομμύρια χωρίς εργασία. Η ανεργία επηρέασε σχεδόν κάθε γερμανική οικογένεια 6 χρόνια μετά από την κορύφωση της τελευταίας οικονομικής κρίσης – δηλαδή, του υπερ-πληθωρισμού – στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης.

Σχεδίαση 1: Η διακύμανση της ανεργίας στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης, 1928-1933

Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι οι άνεργοι ήταν άντρες. Οι περισσότεροι συντηρούσαν οικογένειες, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε πια γι’ αυτές: χρειάζονταν χρήματα για τρόφιμα, θέρμανση, ρούχα κλπ. Καθώς δεν έβλεπαν τέλος στα βάσανά τους με την κυβέρνηση της Βαϊμάρης, δεν είναι παράξενο το ότι στράφηκαν σε όσους ευαγγελίζονταν όχι την βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης, αλλά την εκ βάθρων ανατροπή της. Κι αυτό, το ευαγγελίζονταν δύο κόμματα, το Εθνικοσοσιαλιστικό και το Κομμουνιστικό.

Το 1928, το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα είχε σχεδόν χρεωκοπήσει, καθώς ξόδευε μεγάλα ποσά για την οργάνωση δαπανηρότατων παρελάσεων, θεαματικών συγκεντρώσεων, κά. Η χρεωκοπία θα έθετε αυτομάτως το κόμμα εκτός πολιτικής σκηνής, αλλά τότε έσωσε τους εθνικοσοσιαλιστές ένας επιχειρηματίας με το όνομα Χούγκενμπουργκ, ιδιοκτήτης εταιρίας μέσων ενημέρωσης, αποπλήρωσε τα χρέη τους.

Στις γενικές εκλογές του 1930, οι εθνικοσοσιαλιστές κέρδισαν 143 έδρες στο Ράιχσταγ – μια τεράστια βελτίωση σε σχέση με τα αποτελέσματα των προηγούμενων εκλογών. Μάλιστα ο Χίτλερ περίμενε μόνον 50 με 60 βουλευτικές έδρες. Όπως δήλωνε κορυφαίος παράγοντας των εθνικοσοσιαλιστών, ο Γκρέγκορ Στράσερ, δήλωσε πως ό,τι ήταν καταστροφή για την Βαϊμάρη ήταν «καλό, πολύ καλό για εμάς!»

Στις γενικές εκλογές του Ιουλίου του 1932, οι εθνικοσοσιαλιστές κέρδισαν 230 έδρες, και έγιναν το μεγαλύτερο κόμμα στο Ράιχσταγ.

Το ίδιο έτος, ο Χίτλερ ήταν αντίπαλος του Στρατάρχη φον Χίντενμπουργκ για την προεδρία της χώρας. Μια τέτοια επιλογή το 1928 θα προκαλούσε γέλια, αλλά στις προεδρικές εκλογές του 1932 ο Χίτλερ συγκέντρωσε 13.400.000 ψήφους έναντι 19.360.000 του Χίντενμπουργκ. Ο Τέλμαν, ηγέτης των κομμουνιστών, συγκέντρωσε 3.700.000. Από κάθε άποψη, όσα επέτυχε ο Χίτλερ σ’ εκείνες τις προεδρικές εκλογές ήταν σπουδαία για τον αρχηγό ενός κόμματος που 4 χρόνια πριν λίγο έλειψε να χρεωκοπήσει – φανερώνουν, επίσης, και τη διάθεση των γερμανών ψηφοφόρων στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930.

Στις γενικές εκλογές του Νοεμβρίου του 1932, το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα έπεσε στις 196 έδρες, αλλά ακόμα κι έτσι παρέμεινε πρώτο κόμμα, και με διαφορά από το επόμενο Σοσιαλδημοκρατικό με 121 έδρες.

Το Κομμουνιστικό κόμμα εξακολούθησε την σταθερή άνοδό του και ανέβηκε από τις 77 έδρες του 1928, στις 89 τον Ιούλιο του 1932, και στις 100 έδρες τον Νοέμβριο του ίδιου έτους.

Σχεδίαση 2: Ψήφοι στα μεγαλύτερα γερμανικά κόμματα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, 1περίοδος μεταξύ 1928 και Νοεμβρίου 1932.

Πώς ανέλαβε την εξουσία ο Χίτλερ;

Μολονότι ο Χίτλερ ήταν η ηγέτης του μεγαλύτερου πολιτικού κόμματος στο Ράιχσταγ, ο Χίντενμπουργκ εξακολουθούσε να τον αντιμετωπίζει περιφρονητικά ως τον «μικρό δεκανέα». Σε συμφωνία προς το Σύνταγμα, ο Χίντενμπουρφκ έδωσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον καγκελάριο της δικής του επιλογής, τον Φραντς φον Πάπεν. Στο Ράιχσταγ τον φον Πάπεν υποστήριξε το Κόμμα του Κέντρου, το οποίο στις εκλογές του Ιουλίου του 1932 κέρδισε μόνον 97 έδρες. Ωστόσο, με την στήριξη της του Προέδρου και του Συντάγματος, ο φον Πάπεν μπορούσε να υπερπηδήσει την δυσκολία του με το νομοθετικό σώμα. Τον Σεπτέμβριο του 1932, όμως, το Ράιχσταγ του αρνήθηκε ψήφο εμπιστοσύνης με 513 ψήφους έναντι 32. Έτσι, προκηρύχτηκαν εκλογές για τον Νοέμβριο του 1932, ώστε να υπάρξει αλλαγή συσχετισμών στο Ράιχσταγ, και να δοθεί ψήφος εμπιστοσύνης στον φον Πάπεν. Οι έδρες του Κόμματος του Κέντρου μειώθηκαν σε 70. Ήταν σαφές ότι ο εκλεκτός του Χίντενμπουργκ δεν είχε την υποστήριξη του Ράιχσταγ.

Bundesarchiv Bild 102-00783, Berlin, Hindenbur...

Bundesarchiv Bild 102-00783, Berlin, Hindenburg und Hitler am Volkstrauertag (Photo credit: Wikipedia)

Μετά από την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων του Νοεμβρίου, ο Χίτλερ ζήτησε και πάλι να του ανατεθεί η εντολή σχηματισμού κυβέρνησηςης. Και πάλι ο Χίντενμπουργκ αρνήθηκε. Αλλά, αυτή την φορά, ο στρατός δια του στρατηγού Κουρτ φον Σλάιχερ, πληροφόρησε τον Χίντενμπουργκ ότι αν ο φον Πάπεν εξακολουθούσε να έχει την εντολή, δεν αποκλειόταν να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Γινόταν, έτσι, σαφές ότι ο στρατός δεν υποστήριζε τον φον Πάπεν. Έτσι, ο Χίντενμπουργκ όρισε καγκελάριο τον φον Σλάιχερ – έναν άνδρα με εμπειρία μεν στα στρατιωτικά όχι και στα πολιτικά πράγματα.

Γιατί το έκανε αυτό ο Χίντενμπουργκ;

Είναι πιθανόν ότι ο Χίντενμπουργκ υπέφερε από κάποιας μορφής άνοια, αλλά είναι εξίσου πιθανόν ότι ενστικτωδώς συμμάχησε με τους στρατιωτικούς, θεωρώντας ότι θα ήταν καλύτερο να συνεργαστεί με έναν στρατηγό παρά με έναν πολιτικό. Και ο Σλάιχερ; Γιατί δέχτηκε ένα αξίωμα για το οποίο δεν ήταν διόλου προετοιμασμένος; Είναι πολύ πιθανόν ότι απλώς υπάκουσε σε εντολή που έλαβε από ανώτερό του αξιωματικό του στρατού ή ότι επιθυμούσε να επωφεληθεί από το χάος στην Γερμανία για να ενισχύσει την εξουσία του στρατού στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Πάντως, κατάφερε να μείνει στην θέση του καγκελαρίου μόνον 57 ημέρες. Δεν κέρδισε ψήφο εμπιστοσύνης στο Ράιχσταγ, και ο Χίντενμπουργκ αναγκάστηκε να τον αποσύρει.

Defendants talk to each other and to their law...

Κατηγορούμενοι στην δίκη της Νυρεμβέργης συνομιλούν μεταξύ τους και με δικηγόρους τους σε ένα διάλειμμα, στο Διεθνές Στρατιωτικό Δικαστήριο της Νυρεμβέργης. Από αριστερά προς δεξιά, ο Ρούντολφ Χες, ο Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, ο Χανς Φρανκ, ο Φραντς φον Πάπεν, ο Βίλχεμ Φρικ και ο Άλμπερτ Σπέερ. Ο στρατηγός Άλφρεντ Γιοντλ πίσω. (Φωτ. από: Wikipedia)

Το μόνο πρόσωπο που απέμενε να πάρει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ήταν πλέον ο Χίτλερ: είχε την υποστήριξη του Ράχισταγ και το κόμμα του ήταν το δημοφιλέστερο στην Γερμανία. Στις 30 Ιανουαρίου του 1933, ο Χίτλερ επισκέφθηκε τον Χίντενμπουργκ και ορκίστηκε καγκελάριος. Ο Χίντενμπουργκ προσδοκούσε ότι ο αντι-καγκελάριος φον Πάπεν θα ήλεγχε τον Χίτλερ, ως εμπειρότερος πολιτικός ηγέτης. Σε έναν μόλις μήνα, τον Φεβρουάριο του 1933, άνοιγε ο δρόμος για την ανάληψη δικτατορικών εξουσιών από τον Χίτλερ.

ΙΔΕΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Ένα blog για εκπαιδευτικούς, εκπαιδευόμενους και όχι μόνο!

Αντικλείδι

Θέματα -Πηγές-Σκέψεις-Τεχνικές & εργαλεία για τη διδασκαλία της

XYZ Contagion

Ο κόσμος σε 360 μοίρες. Το μοναδικό '0% Lies & Errors Free' website. Στιγμές και όψεις της ελληνικής (και όχι μόνο) δημόσιας πραγματικότητας από ένα ιστολόγιο που αγαπάει την έρευνα. Επειδή η αλήθεια είναι μεταδοτική.