Στον αναπληρωτή καθηγητή Ιστορίας Κωνστανίνο Μαγκλιβέρα ανέθεσε, όχι κάποια αρχή της ελληνικής πολιτείας δυστυχώς, αλλά το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδας, την διερεύνηση της πληροφορίας ότι η ισραηλιτκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης πλήρωσε ως λύτρα στον τότε Γερμανό διοικητή της πόλης, τον περιβόητο Μαξ Μέρτεν χιλιάδες χρυσές λίρες. Η έρευνα του Κωνσταντίνου Μαγκλιβέρα άρχισε το 1997, τυπώθηκε κατ’αρχάς στα ελληνικά και αργότερα (25 Ιανουαρίου 2010) και στα ελληνικά. Μια σύντομη αναφορά γίνεται στα ΝΕΑ της 20ής Ιανουαρίου 2010: «Φως στο μυστήριο του εβραϊκού χρυσού» (βλ. και ανακοίνωση ΑΠΕ).
Η αξία των λύτρων, όπως εκτιμάται από τις δηλώσεις των επιζησάντων (μόνον 1.100 επέστρεψαν μετά από τον πόλεμο) και των συγγενών τους, ανέρχεται σε 1.700.000 χρυσές αγγλικές λίρες.
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει, θαρρώ, ο τρόπος που ο Μαξ Μέρτεν και οι υπόλοιποι των αρχών Κατοχής όχι απλώς πλούτιζαν τον εαυτό τους και την Ράιχσμπανκ, αλλά και διέφθειραν την κοινωνία στην κατακτημένη χώρα. Παραθέτω:
«Οι Γερμανοί έβγαζαν διαταγή και υποχρέωναν τα κατακτημένα κράτη να ψηφίζουν αντίστοιχο νόμο. Την ακίνητη περιουσία των Εβραίων την εκχωρούσαν στα κράτη, καθιστώντας τα κατά κάποιο τρόπο συνενόχους. Βόλευε τους πάντες», λέει ο Κώστας Μαγκλιβέρας. «Το ίδιο έγινε και εδώ. Διορίστηκαν μεσεγγυούχοι που διαχειρίζονταν τα ακίνητα, που μετά τον πόλεμο ζητήθηκε να λογοδοτήσουν επί ποινή φυλάκισης. Η λογοδοσία, όμως, απέτυχε. Δεν μεταβιβάστηκαν μόνο σπίτια, αλλά και επιχειρήσεις, κινηματογράφοι, βιομηχανίες. Έγινε όργιο με την περιουσία των Εβραίων. Κάποια στιγμή πρέπει να γίνει εργασία για τον τρόπο που έδρασε το Γ΄ Ράιχ στην Ελλάδα, πώς κατέστρεψε ένα κράτος και οικονομικά και ηθικά. Την ηθική διάβρωση μέσω του χαφιεδισμού και της χρυσοφιλίας τη ζούμε μέχρι σήμερα. Αλλά ακόμη και η πείνα ήρθε βάσει σχεδίου».
Κωνσταντίνος Μαγκλιβέρας: Το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων για τις λεηλασίες κατά τη Ναζιστική Κατοχή της Ελλάδος. Η περίπτωση του νομισματικού χρυσού των Εβραίων, Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος, 2009.
Η ελληνική πολιτεία όφειλε και οφείλει να διεκδικήσει ό,τι είναι νόμιμο και έχει διεκδικηθεί από θύματα της γερμανικής ναζιστικής θηριωδίας είτε τα θύματα είναι Έλληνες χριστιανοί (π.χ. Χορτιάτης, Κάνδανος, Καλάβρυτα, Δίστομο) είτε είναι Έλληνες εβραίοι (της Θεσσαλονίκης, των Ιωαννίνων, της Αθήνας, κλπ.)
Τέτοιο είναι το καθήκον όχι απλώς για την υλική αποκατάσταση των θυμάτων και των συγγενών τους ούτε μόνον για την ικανοποίηση του αισθήματος δικαίου, αλλά πρωτίστως και κυρίως για την επαναφορά στην μνήμη των πολιτών της Ελλάδας, της Γερμανίας και του κόσμου όλου, προς παραδειγματισμό διά της αποτροπής.
Βέβαια, η ογκώδης έρευνα των Γερμανών ιστορικών (βλ. προηγούμενο σημείωμα) κατά παραγγελία του τότε ΥΠ.ΕΞ. της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ και μόνον για τους χιτλερικούς διπλωματικούς υπαλλήλους στην τότε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ενδέχεται να ξεπερνά σε μεθοδολογική ποιότητα την έρευνα του Έλληνα ομολόγου τους, αλλά τίποτε δεν μειώνει τον έπαινο προς τον Κώστα Μαγκλιβέρα: εργάστηκε με μικρότερους πόρους (οικονομικούς, ανθρώπινους και αρχειακούς) σε ένα περιβάλλον που αν δεν ήταν περισσότερο τουλάχιστον ήταν εξίσου εχθρικό με αυτό της Γερμανίας. Και δεν εννοώ μόνον την παρέμβαση του Υπουργού Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Σημίτη για το πάγωμα της εφαρμογής ελληνικού δικαστηρίου για την συντηρητική κατάσχεση της ακίνητης γερμανικής περιουσίας στην Ελλάδα ως το ύψος των οφειλόμενων αποζημιώσεων στους κατοίκους του Διστόμου. Εννοώ και την μακρά πολιτική παράδοση που δημιούργησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, όταν απήλλαξε τον Μαξιμίλιαν Μέρτεν, αρχηγό των κατοχικών δυνάμεων στην Θεσσαλονίκη (1941-1944) και τους Έλληνες συνεργάτες του, προτού καλά-καλά αρχίσει η εκδίκαση στο αρμόδιο ελληνικό δικαστήριο («Περί αναστολής διώξεων εγκληματιών πολέμου», 1959). Τότε ειπώθηκε ότι η απόφαση του Κ. Καραμανλή ελήφθη κατόπιν συνεννοήσεως με τον Γερμανό καγκελάριο, με δύο ανταλλάγματα, το ένα πιο οδυνηρό από το άλλο: πολιτική στήριξη της ελληνικής από την δυτικογερμανική κυβέρνηση (σε τι ακριβώς είναι μια μεγάλη ιστορία), και την απορρόφηση Ελλήνων μεταναστών, που είτε δεν είχαν δουλειά είτε τελούσαν υπό δίωξη για τα πολιτικά τους φρονήματα.
Με αίμα Ελλήνων χριστιανών και εβραίων μοιάζει να είναι πληρωμένη η συγκάλυψη των ευθυνών των ναζί και των συνεργατών τους στην γερμανοκρατούμενη Ελλάδα. Άλλωστε δεν είμαστε η χώρα με τον μικρότερο αριθμό εκτελέσεων (6) ναζιστών σε όλη την Ευρώπη;
Για την Ιστορία, λοιπόν, και όχι μόνον, η υπόθεση πρέπει να μείνει ανοιχτή. Και, απ’ ότι φαίνεται η Πανελλήνια Ένωση Δικηγόρων για τις Γερμανικές αποζημιώσεις ξεκινά συλλογή στοιχείων, αρχικώς από την Πάτρα, και την ευρύτερη περιοχή της Αχαΐας. Ας είναι αυτή η αρχή. Ας περιμένουν λίγο ακόμη η Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα.
Ευτυχώς στην Ελλάδα δεν υπάρχουν μόνον σταρ της Ιστορίας και των ΜΜΕ του τύπου της Μαρίας Ρεπούση, ή της συνεργάτιδός της Χριστίνας Κουλούρη, αλλά και νομικοί ως ιστορικοί ερευνητές σαν τον Κωνσταντίνο Μαγκλιβέρα.
Δεν μπορεί, θα υπάρχουν και άλλοι σαν αυτόν! Ας καταπιαστούν με την σύγχρονη ελληνική Ιστορία — το έχουμε ανάγκη, αν είναι να κάνουμε μια καλύτερη νέα αρχή ως κοινωνία και ως πολιτεία.